Αποκαλείται ουρολοίμωξη η λοίμωξη του ουροποιητικού συστήματος. Το ουροποιητικό σύστημα περιλαμβάνει τους νεφρούς, τους ουρητήρες, την ουροδόχο κύστη και την ουρήθρα. Στις περισσότερες περιπτώσεις, η λοίμωξη αφορά το κατώτερο ουροποιητικό (ουροδόχος και ουρήθρα). Οι γυναίκες προσβάλλονται συχνότερα και παρουσιάζουν σε σημαντικό ποσοστό το πρόβλημα σε υποτροπιάζουσα μορφή.
Η λοίμωξη του κατώτερου ουροποιητικού μπορεί να είναι ενοχλητική ή επώδυνη ενώ η λοίμωξη των νεφρών ενδέχεται να οδηγήσει σε σοβαρές επιπλοκές. Συνήθως αντιμετωπίζονται με αντιβιοτικά ωστόσο αυτά δεν είναι απαραίτητα σε κάθε περίπτωση.
Δεν υπάρχουν πάντοτε συμπτώματα. Όταν υπάρχουν μπορεί να παρατηρηθεί:
Σε ηλικιωμένες ασθενείς η ουρολοίμωξη μπορεί να εκδηλώνεται με την εμφάνιση ή επιδείνωση προϋπάρχουσας ακράτειας ούρων, με ναυτία/έμετο ή με πτώση του επιπέδου συνείδησης.
Οι ουρολοιμώξεις προκύπτουν όταν βακτήρια εισέρχονται μέσω της ουρήθρας στην ουροδόχο κύστη, εγκαθίστανται και πολλαπλασιάζονται προκαλώντας συμπτώματα. Το πιο κοινό μικρόβιο που εμπλέκεται είναι το κολοβακτηρίδιο Escherichia coli, που φυσιολογικά αποικίζει τον γαστρεντερικό σωλήνα του ανθρώπου.
Η σεξουαλική επαφή αποτελεί παράγοντα κινδύνου για ουρολοίμωξη λόγω παράσυρσης βακτηρίων από το περίνεο προς την ουρήθρα και όχι επειδή το μικρόβιο μεταδίδεται από τον σύντροφο. Οι γυναίκες πάσχουν συχνότερα λόγω της ανατομικής τους κατασκευής. Η ουρήθρα βρίσκεται πολύ κοντά στον πρωκτό και λόγω του μικρού μήκους της, τα βακτήρια φτάνουν ευκολότερα στο εσωτερικό της ουροδόχου κύστης.
Ουρηθρίτιδα (φλεγμονή της ουρήθρας) μπορεί να προκύψει με τον ίδιο τρόπο (παράσυρση μικροβίων) αλλά και εξαιτίας σεξουαλικά μεταδιδόμενων μικροβίων όπως ο έρπης, η γονόρροια, τα χλαμύδια και το ουρεόπλασμα.
Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι ουρολοιμώξεις θεραπεύονται και δεν προκαλούν μακροπρόθεσμες επιπτώσεις. Σπάνια μπορεί να συμβούν τα παρακάτω:
Συνήθως οι ουρολοιμώξεις αντιμετωπίζονται με τριήμερο σχήμα αντιβίωσης. Επίσης έχει προταθεί η λήψη μιας μόνο (υψηλής) δόσης αντιβίωσης.
Σε αρκετές περιπτώσεις η αύξηση της πρόσληψης νερού σε συνδυασμό με κάποιο σκεύασμα που περιέχει μαννόζη ή κράνμπερυ αποδεικνύεται αρκετή για την υποχώρηση των συμπτωμάτων και έτσι αποφεύγεται η συχνή λήψη αντιβιοτικών.
Στις υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις μπορεί να προταθεί η λήψη μικρής δόσης αντιβιοτικού καθημερινά συνήθως για έξι μήνες ή και για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
Σε ουρολοιμώξεις που ακολουθούν σεξουαλική επαφή μπορεί να λαμβάνεται πριν από την επαφή ή αμέσως μετά μία δόση αντιβιοτικού.
Ιδιαίτερο πρόβλημα αποτελούν οι περιπτώσεις όπου υπάρχουν έντονα συμπτώματα ουρολοίμωξης και οι ουροκαλλιέργειες βγαίνουν αρνητικές. Τότε θα πρέπει με την προσεκτική λήψη ιστορικού, την κλινική εξέταση, εργαστηριακές και απεικονιστικές μεθόδους να αποκλειστούν άλλα αίτια που προκαλούν παρεμφερή συμπτώματα και στη συνέχεια να αντιμετωπιστεί αυτή η «άτυπη» ουρολοίμωξη.
Οι ουρολοιμώξεις αποτελούν συχνό πρόβλημα υγείας των γυναικών. Η διατήρηση καλής υγιεινής στην ευαίσθητη περιοχή με ειδικά προϊόντα καθαρισμού και όχι με κοινά αφρόλουτρα, μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο εμφάνισης ή υποτροπής της δυσάρεστης και ενίοτε επικίνδυνης αυτής κατάστασης.
Η συστηματική λήψη συμπληρωμάτων διατροφής με βάση τη μαννόζη, φαίνεται ότι ελαττώνει την ανάγκη για χρήση αντιβιοτικών, δρώντας τόσο προληπτικά όσο και θεραπευτικά σε αρκετές περιπτώσεις.
«Η γήρανση του δέρματος περιλαμβάνει τόσο την ενδογενή όσο και την εξωγενή γήρανση, με την…
Το περίγραμμα του προσώπου κάνει αυτό που λέει το όνομά του. Πλαισιώνει το πρόσωπο σαν…
Στην αντιγήρανση, οι λέξεις κολλαγόνο και ελαστίνη εμφανίζονται συνήθως στην ίδια πρόταση. Παρ’ ότι όμως…
Ακόμα και σε ένα πρόσωπο χωρίς αυξημένη λιπαρότητα ή τάση ακμής, μπορεί να εμφανιστούν από…
Η αντιοξειδωτική προστασία ακούγεται συχνά στον κόσμο της φροντίδας του δέρματος αλλά δεν είναι σε…
Η γαστρεντερίτιδα μάς είναι γνώριμη εμπειρικά από τα αποτελέσματά της, τα οποία είναι κυρίως οι…