Οι οδοντικές εμφράξεις (σφραγίσματα) αποτελούν την πιο συνήθη θεραπευτική μέθοδο αποκατάστασης μικρών τμημάτων δοντιών που έχουν σπάσει και λείπουν ή που έχουν τερηδονιστεί. Ο λόγος που γίνονται οι εμφράξεις είναι προκειμένου να προστατευτεί το δόντι από τον κίνδυνο μικροβιακής μικροδιείσδυσης (με αποτέλεσμα τον επανατερηδονισμό του) καθώς και από πιθανό μεγαλύτερο κάταγμα λόγω του ότι το δόντι που απομένει πριν την πραγματοποίηση της έμφραξης μπορεί να μην είναι τόσο ανθεκτικό σε δυνάμεις που ασκούνται κατά τη λειτουργία του στόματος (π.χ. κατά τη μάσηση). επίσης, λόγω του ότι η τερηδόνα ή το σπάσιμο του δοντιού μπορεί να επεκτείνεται στην εσωτερική οδοντική ουσία (οδοντίνη), μπορεί να υπάρχει ευαισθησία στο κρύο, στο ζεστό, σε γλυκές ή όξινες τροφές.
Η διαδικασία περιλαμβάνει αρχικά την αναισθησία της περιοχής γύρω από το δόντι που θα εμφραχθεί, τον καθαρισμό του δοντιού (σε περίπτωση τερηδόνας) και την προετοιμασία της επιφάνειάς του όπου θα γίνει η έμφραξη και την τοποθέτηση εμφρακτικού υλικού που συμπληρώνει το τμήμα δοντιού που απαιτείται. Με την τοποθέτηση του εμφρακτικού υλικού, το τμήμα του δοντιού που εμφράσσεται γίνεται «στεγανό» σε εξωτερικά ερεθίσματα. Στα υλικά που χρησιμοποιούνται στις οδοντικές εμφράξεις συγκαταλέγονται ο χρυσός, το αμάλγαμα (τα «μαύρα σφραγίσματα»), οι σύνθετες ρητίνες και οι υαλοϊονομερείς κονίες. Στη σύγχρονη αισθητική οδοντιατρική, οι σύνθετες ρητίνης αποτελούν το υλικό επιλογής όσον αφορά τις οδοντικές εμφράξεις.
Μετά το πέρας της αναισθησίας, μπορεί να υπάρξει ευαισθησία ή πόνος στο δόντι όπου έγινε η έμφραξη. Η ευαισθησία αυτή μπορεί να παρατηρηθεί συχνά και συνήθως υποχωρεί με την πάροδο του χρόνου. Ωστόσο, η ύπαρξη μετεμφρακτικής ευαισθησίας δεν αποτελεί τον κανόνα.
Παρατηρείται μια προσωρινή αίσθηση δυσφορίας στο δόντι ή γύρω από το δόντι και, πιο συγκεκριμένα, εκδηλώνεται ως ξαφνικό αίσθημα πόνου που «έρχεται γρήγορα» και «φεύγει» ή ως πόνος κατά τη μάσηση. Στα ερεθίσματα που μπορεί να προκαλέσουν αυτή την ευαισθησία συγκαταλέγονται κρύα ή ζεστά ερεθίσματα, αέρας, γλυκές ή όξινες τροφές. Η ευαισθησία αυτή μπορεί να οφείλεται σε παροδικό ερεθισμό του νεύρου όταν όλη η διαδικασία (εξαιτίας του βάθους της τερηδόνας) πραγματοποιείται πολύ κοντά στον πολφό και έτσι προκαλείται μικρή παροδική φλεγμονή στο εσωτερικό του δοντιού η οποία υποχωρεί εντός κάποιων ωρών ή ημερών.
Σε περιπτώσεις όπου μικρόβια έχουν εγκατασταθεί στο χώρο που βρίσκεται το νεύρο προκαλείται μη αντιστρεπτή φλεγμονή μεγάλου βαθμού και η ευαισθησία και ο πόνος δεν υποχωρούν. Σε αυτές τις περιπτώσεις, το δόντι χρήζει ενδοδοντικής θεραπείας (γνωστή με τον επιστημονικά μη ορθό όρο και ως «απονεύρωση»). Η ευαισθησία αυτή μπορεί να οφείλεται και σε ιατρογενείς παράγοντες. Ειδικότερα μπορεί να υπάρχουν μικροκενά ανάμεσα στο δόντι και την έμφραξη με αποτέλεσμα τα ερεθίσματα να διαπερνούν τον περιεμφρακτικό χώρο (χώρος ανάμεσα στο δόντι και την έμφραξη) και να διεγείρουν το νεύρο προκαλώντας ευαισθησία. Με την επιδιόρθωση της έμφραξης από τον οδοντίατρο, η ευαισθησία υποχωρεί αμέσως.
Μια άλλη αιτία μετεμφρακτικής ευαισθησίας αποτελεί η λανθασμένη ρύθμιση της σύγκλεισης (του πώς δηλαδή και σε τι βαθμό ακουμπά το δόντι που εμφράχθηκε με το “απέναντί» του). Αν η επαφή του δοντιού είναι πιο έντονη από όσο απαιτείται, τότε υπάρχει πόνος κατά τη μάσηση στο δόντι ή πόνος κατά την επίκρουση ο οποίος εφόσον διευθετηθεί σωστά η σύγκλειση, υποχωρεί μέσα σε λίγες ημέρες.
Τέλος, πιο σπάνια, ευαισθησία μπορεί να υπάρχει λόγω πιθανής αλλεργίας του ασθενούς στο εμφρακτικό υλικό. Εάν διαπιστωθεί αλλεργική αντίδραση τότε η έμφραξη αντικαθίσταται με άλλο υλικό. Το υλικό που έχει αναφερθεί ότι παρουσιάζει τη μεγαλύτερη συχνότητα αλλεργικών αντιδράσεων ανάμεσα στα υπόλοιπα εμφρακτικά υλικά είναι το αμάλγαμα («μαύρα σφραγίσματα»).
Συμπερασματικά, η μετεμφρακτική ευαισθησία δεν αποτελεί κάτι σπάνιο αλλά αναφέρεται συχνά από ασθενείς. Συνήθως η έντασή της είναι μικρή και υποχωρεί σε διάστημα ωρών ή και μερικών ημερών, Εάν δεν υποχωρεί ή σε περίπτωσή που αυξάνεται και λαμβάνει τη μορφή έντονου πόνου, τότε ο ασθενής πρέπει να επικοινωνήσει με τον οδοντίατρό του. Σε κάποιες περιπτώσεις συστήνεται από τον οδοντίατρο η χορήγηση απευαισθητοποιητικής οδοντόκρεμας ή τοποθετείται από τον οδοντίατρο απευαισθητοποιητικός παράγοντας. Και οι δύο προσεγγίσεις έχουν πολύ καλά αποτελέσματα όσον αφορά την αποδρομή της ευαισθησίας. Ωστόσο, σε κάποιες περιπτώσεις η ευαισθησία – πόνος δεν υποχωρεί (κυρίως σε εμφράξεις με μεγάλη εγγύτητα στο χώρο του νεύρου), αντιθέτως εντείνεται με αποτέλεσμα να ενδείκνυται η πραγματοποίηση ενδοδοντικής θεραπείας από τον οδοντίατρο.
Μία διαρκής αίσθηση κνησμού που αντί να υποχωρεί με το ξύσιμο, αντίθετα μεγαλώνει; Αν βιώνετε…
Ο πρώτος όρος που έχει αλλάξει σε σχέση με τις αντιγηραντικές ανάγκες του δέρματός μας…
Οι περισσότεροι από εμάς μπορούμε να ανακαλέσουμε κάποια ή και περισσότερες στιγμές που νιώσαμε ένα…
Η εποχική τριχόπτωση αναφέρεται στη σημαντική αύξηση του ημερήσιου αριθμού των τριχών που πέφτουν τόσο…
Η κολπίτιδα εκδηλώνεται όταν ο κόλπος βρίσκεται σε κατάσταση φλεγμονής, πόνου ή πρηξίματος. Αποτελεί αρκετά…
Γνωστές με διαφορετικά εμπορικά ονόματα ήδη από τα τέλη του 60, οι πρωτεϊνικές δίαιτες έχουν…